Χιλιάδες πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο που διασώθηκαν από ιταλικά πλοία στη Μεσόγειο θα σταλούν στην Αλβανία για αξιολόγηση, μετά από συμφωνία που συνήψαν τη Δευτέρα ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα και η Ιταλίδα ομόλογός του Τζόρτζια Μελόνι.Ωστόσο, η απόφαση προκάλεσε αντιδράσεις και στις δύο χώρες, καθώς εκφράστηκαν παράπονα για έλλειψη πολιτικής συναίνεσης και κοινοβουλευτικής ψηφοφορίας, με την ΕΕ να προειδοποιεί ότι πρέπει να τηρηθεί το εθνικό και το διεθνές δίκαιο.

Έχουν επίσης τεθεί ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κίνδυνοι για ανεπαρκή εποπτεία, δεδομένου ότι παρόμοιες συμφωνίες με άλλες χώρες έχουν απορριφθεί ή προσβληθεί δικαστικά.
Με τη νέα συμφωνία, δύο περιοχές στο βόρειο τμήμα της Αλβανίας, τα λιμάνια Shengjin και Gjader, θα αξιοποιηθούν για την υποδοχή προσφύγων, αξιολόγηση και επεξεργασία των αιτημάτων για άσυλο.

Με χρηματοδότηση από την Ιταλία, η συμφωνία ισχύει μόνο για όσους αποβιβάζονται από ιταλικά πλοία στη Μεσόγειο, όχι για όσους φτάνουν πρώτα σε ιταλικό έδαφος. Δεν ισχύει για ανηλίκους, έγκυες γυναίκες ή άλλα ευάλωτα άτομα.
Περισσότεροι από 145.000 άνθρωποι έχουν αποβιβαστεί στην Ιταλία το 2023, σε σύγκριση με περίπου 88.000 την ίδια περίοδο το 2022. Η Μελόνι υποσχέθηκε να πατάξει τη μετανάστευση, αλλά η εξεύρεση λύσης δεν ήταν εύκολη. Εκκλήσεις από το ακροδεξιό κόμμα Fratelli d’Italia‎ ζήτησαν να δημιουργηθούν τέτοιες εγκαταστάσεις εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προτείνοντας, για παράδειγμα, τη Βόρεια Αφρική, αλλά καμία χώρα δεν ήταν πρόθυμη να το εξετάσει.

Ο Ράμα δήλωσε ότι η Αλβανία δεν μπορεί να λύσει το μεταναστευτικό πρόβλημα της Ιταλίας, αλλά μπορεί να βοηθήσει και να συνεργαστεί.
«Έχουμε μια ιστορία φιλοξενίας», υπογράμμισε ο Ράμα, υπενθυμίζοντας ότι η Αλβανία υποδέχτηκε περισσότερους από μισό εκατομμύριο πρόσφυγες πολέμου και όσους διέφυγαν για να επιβιώσουν από την εθνοκάθαρση της Σερβίας στο Κόσοβο. «Δώσαμε επίσης καταφύγιο σε χιλιάδες Αφγανές όταν το ΝΑΤΟ εγκατέλειψε το Αφγανιστάν και σε μερικές χιλιάδες Ιρανούς», είπε.

Κατά την άφιξη στα κέντρα που υπάγονται στην ιταλική δικαιοδοσία, οι Ιταλοί αξιωματούχοι θα χειριστούν τις διαδικασίες αποβίβασης και ταυτοποίησης και θα δημιουργήσουν ένα κέντρο πρώτης υποδοχής και ελέγχου. Εκτιμάται ότι θα μπορούν να αξιολογούνται ετησίως από 3.000 έως 36.000 άτομα.

Τα άτομα θα παραμείνουν στην Αλβανία για όσο χρονικό διάστημα χρειαστεί για να εξεταστεί η αίτηση ασύλου τους, ενδεχομένως για επαναπατρισμό, δήλωσε η Μελόνι.
«Στόχος μας είναι να λειτουργήσουμε την ερχόμενη άνοιξη», δήλωσε η Μελόνι, προσθέτοντας ότι η αλβανική αστυνομία θα εγγυηθεί «την ασφάλεια και την εξωτερική επιτήρηση των δομών».

Ωστόσο, η κίνηση αυτή δεν άρεσε σε όλους στα Τίρανα.

Το μέλος της προεδρίας του Δημοκρατικού Κόμματος της αντιπολίτευσης, Μπελίνδ Κελλίξι, τάχθηκε κατά της συμφωνίας, καταγγέλοντας ότι αυτή ελήφθη «χωρίς κοινοβουλευτική συζήτηση, χωρίς πολιτική συναίνεση, χωρίς δημόσια ανάλυση και διαφάνεια, χωρίς να δοθούν λεπτομέρειες για την υπογραφείσα συμφωνία και χωρίς να ερωτηθεί κανείς».
Πρόσθεσε επίσης ότι η Τυνησία είχε πρόσφατα απορρίψει την ίδια προσφορά από την Ιταλία και την αποκάλεσε «προδοσία κατά της Αλβανίας» αλλά και «απιστία προς τη χώρα μας». Είπε ότι δεκάδες χιλιάδες νέοι εγκαταλείπουν τη χώρα κάθε χρόνο, ενώ ο Ράμα «τους αντικαθιστά με παράνομους μετανάστες».

Άλλες ανησυχίες που τέθηκαν περιλαμβάνουν την παροχή κυριαρχίας στην Ιταλία στο αλβανικό έδαφος και πώς μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε επαναπατρισμός από την Αλβανία χωρίς διμερείς συμφωνίες.
«Η συμφωνία που επιτεύχθηκε φαίνεται να είναι ένα επικίνδυνο χάος, πολύ ασαφές», δήλωσε ο Πιερφραντσέσκο Ματζορίνο από το Ιταλικό Δημοκρατικό Κόμμα.

Ο Ρικάρντο Μάγκι, γραμματέας του Piu Europa, δήλωσε από την άλλη, ότι η Ιταλία δημιουργεί το ιταλικό Γκουαντάναμο, εκτός των διεθνών κανόνων και της ΕΕ, «χωρίς να έχει τη δυνατότητα να ελέγξει τις συνθήκες των ανθρώπων που είναι κλειδωμένοι σε αυτά τα κέντρα».
Ωστόσο, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι επέμεινε ότι η συμφωνία ενισχύει τον ηγετικό ρόλο της Ιταλίας στην Ευρώπη και ανοίγει «νέους δρόμους συνεργασίας στην Αδριατική κατά της παράτυπης μετανάστευσης και της διακοπής της εμπορίας ανθρώπων».

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν ερωτήθηκε επίσης για τη συμφωνία, λέγοντας στα μέσα ενημέρωσης ότι ενημερώθηκε απλώς χωρίς να λάβει καμία παραπάνω πληροφορία για τις λεπτομέρειες. Πρόσθεσαν ότι η συμφωνία δεν έχει ακόμη μεταφερθεί στην ιταλική νομοθεσία ή δεν έχει εφαρμοστεί.
Προειδοποίησαν, ωστόσο, ότι οποιαδήποτε συμφωνία πρέπει «να σέβεται πλήρως το δίκαιο της ΕΕ και το διεθνές δίκαιο».

Η Ρώμη έχει υποστηρίξει σθεναρά την πορεία των Τιράνων προς την ΕΕ και η συμφωνία αυτή έρχεται υπό το φως των αυξανόμενων εντάσεων μεταξύ της Αλβανίας και της γειτονικής της χώρας, της Ελλάδας.
Η Αθήνα έχει απειλήσει να ασκήσει βέτο στη διεύρυνση της ΕΕ προς την Αλβανία εν μέσω αυξανόμενων εντάσεων λόγω της σύλληψης του δημάρχου της ελληνικής μειονότητας Φρέντι Μπελέρη για φερόμενη εξαγορά ψήφων.

«Παρά το γεγονός ότι η Αλβανία δεν είναι ακόμη επίσημα μέλος της ΕΕ, είναι μια υποψήφια χώρα, αλλά συμπεριφέρεται σαν να ήταν ήδη de facto μέλος της Ένωσης, και αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους είμαι υπερήφανη για το γεγονός ότι η Ιταλία ήταν πάντα ένας από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές της εισόδου της Αλβανίας και των Δυτικών Βαλκανίων στην Ένωση», πρόσθεσε η Μελόνι.
«Δεν μου αρέσει να το αποκαλώ διεύρυνση, μου αρέσει να το αποκαλώ επανένωση. Δεν νομίζω ότι η ΕΕ είναι ένα κλαμπ, δεν νομίζω ότι εμείς αποφασίζουμε ποιος είναι Ευρωπαίος και ποιος όχι», πρόσθεσε η Μελόνι.

Η Ιταλίδα πρωθυπουργός μίλησε επίσης για την ιστορική φιλία μεταξύ των δύο χωρών, σημειώνοντας ότι η βαθιά εμπορική, πολιτιστική και κοινωνική συνεργασία ενισχύθηκε περαιτέρω με τη συμφωνία αυτή.
«Η δική μας είναι μια στρατηγική εταιρική σχέση που αναπτύσσεται μέσω εμπορικών σχέσεων απόλυτης αριστείας», τόνισε η Μελόνι, υπενθυμίζοντας ότι η Ιταλία είναι ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Αλβανίας, με το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών να ανέρχεται στο 20% του ΑΕΠ της Αλβανίας.

Τα τελευταία χρόνια, φήμες κυκλοφορούσαν ότι η Αλβανία επρόκειτο να συνάψει συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο για την επεξεργασία των αιτούντων άσυλο στο έδαφός της. Ενώ τα Τίρανα το είχαν διαψεύσει επανειλημμένα, το Ηνωμένο Βασίλειο επιδίωξε αντ’ αυτού μια αμφιλεγόμενη συμφωνία με τη Ρουάντα, μια συμφωνία που υπόκειται σε συνεχιζόμενη δικαστική διαδικασία σχετικά με τη νομιμότητα.
Δεν είναι σαφές εάν η συμφωνία μεταξύ της Ιταλίας και της Αλβανίας θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει αντικείμενο παρόμοιων νομικών αμφισβητήσεων.

ΠΗΓΗ: https://apenadi.blogspot.com