Αγαπητοί γονείς,

Διανύουμε μια δύσκολη και ιδιαίτερη περίοδο για όλους μας. Μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από την πανδημία Covid-19, κατά την οποία συνήθειες και αξίες χρόνων επαναπροσδιο ρίζονται και καινούργιες ισορροπίες αναζητούνται. Από την πρώτη κιόλας ημέρα της αναστολής λειτουργίας των σχολειών στηρίζουμε τους μαθητές μας σε ένα πρωτόγνωρο εγχείρημα με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, με τις δικές μας δυνάμεις και μόνο, έχοντας ως υπο στηρικτές αυτής της προσπάθειας, εσάς, τους γονείς των μαθητών μας.

Αυτή τη δύσκολη εποχή, που όλοι μας προσπαθούμε να προσαρμοστούμε και να ανταποκριθούμε στις προσωπικές, οικογενειακές, επαγγελματικές και κοινωνικές μας ανάγκες και να κρατήσουμε τη ζωή μας, με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη ημέρα για τα παιδιά και τα σχολεία μας, το Υπουργείο Παιδείας επέλεξε να καταθέσει νομοσχέδιο, σε διαδικτυακή διαβούλευση, που επιφέρει πολύ σημαντικές, αρνητικού χαρακτήρα, αλλαγές στη φιλοσοφία και λειτουργία όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης.

Κρίνουμε, επομένως, απαραίτητο να επικοινωνήσουμε μαζί σας, να μιλήσουμε με όλους τους γονείς των μαθητών μας και με τον καθέναν σας ξεχωριστά. Μέσα σ' αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες, με τους γνωστούς περιορισμούς και χωρίς να έχει προηγηθεί ο παραμικρός θεσμικός διάλογος με την εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και με την κοινωνία, το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου δημιουργεί ακόμη περισσότερα εμπόδια στις προσπάθειες που κάνουμε, από κοινού, εκπαιδευτικοί και γονείς να μορφώσουμε τα παιδιά μας.

Οι αλλαγές που φέρνει το νέο πολυνομοσχέδιο δε στοχεύουν στην αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, για το καλό όλων των μαθητών που φοιτούν στα σχολεία μας και στη συνολική πρόοδό τους προς όφελος ολόκληρης της κοινωνίας.Όλοι συμφωνούμε πως τα παιδιά μας, οι αυριανοί πολίτες, είναι η ελπίδα μας. Ευθύνη της πολιτείας και δική μας είναι να τους διασφαλίσουμε τα εφόδια για να τα καταφέρουν.

Ωστόσο, το νομοσχέδιο και οι διατάξεις του όχι μόνο δεν εξασφαλίζουν τα απαραίτητα εφόδια και υποδομές για τους μαθητές μας αλλά, αντίθετα, υποβαθμίζουν την ποιότητα του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου του Δημοσίου Σχολείου και επιτείνουν τα ήδη οξυμένα προβλήματα ανισότητας. Η μελέτη του σχεδίου νόμου και η ανάλυση των επιμέρους ρυθμίσεων που εισάγονται, καταδεικνύει, με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, πως πρόκειται για ένα πρόχειρο αντιεκπαιδευτικό νομοθέτημα, το οποίο έρχεται σε αντίθεση με τις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης καθώς και με τις απόψεις της επιστημονικής κοινότητας. Κινείται αντίθετα στις θέσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας, θέσεις και αιτήματα που έχουν διαμορφωθεί στο πέρασμα του χρόνου και δεν είναι μόνο δικά μας αλλά ταυτόχρονα αφουγκράζονται και απηχούν τις ανάγκες της κάθε οικογένειας της χώρας, που επιζητά και χρειάζεται τη στήριξη και την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης.


Ορισμένες από τις βασικές ρυθμίσεις που προβλέπονται είναι οι εξής: 

- Προβλέπει την αύξηση των μαθητών ανά τμήμα στο Δημοτικό και στο Νηπιαγωγείο από 22 
που είναι σήμερα σε 24 με δυνατότητα επιπλέον αύξησης κατά 10% (δηλαδή 26). Και μάλιστα σε μια περίοδο που για την προστασία της υγείας όλων μας, απαιτείται τήρηση συγκεκριμένων αποστάσεων στο σχολείο, μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών! Άμεση συνέπεια θα είναι, οι συμπτύξεις τμημάτων, οι μετακινήσεις μαθητών σε όμορα σχολεία, η υποβάθμιση της ποιότητας του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου αλλά και η επιβάρυνση της δημόσιας υγείας μετά τις νέες συνθήκες που έχει επιφέρει η πανδημία. Ταυτόχρονα, χιλιάδες εκπαιδευτικοί που τόσα χρόνια στελέχωναν το δημόσιο σχολείο θα βρεθούν εκτός εκπαίδευσης.

- Όλη η σχολική διαδρομή σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση εξελίσσεται σε έναν διαγωνιστικό μαραθώνιο. Αυξάνονται τα εξεταζόμενα μαθήματα για προ αγωγή στην επόμενη τάξη σε Γυμνάσιο και Λύκειο. Ειδικά στο Λύκειο θα υπάρχουν «μίνι» πανελλαδικές κάθε χρόνο και επιπλέον οι πανελλαδικές της Γ' Λυκείου για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Αυτό σημαίνει «οικονομική αιμορραγία» δυ σβάσταχτη για την ελληνική οικογένεια και ένα περιβάλλον γιγάντωσης του ανταγω νισμού με αρνητικές συνέπειες στην ψυχολογία των παιδιών και στη συγκρότηση της προσωπικότητάς τους.

- Επιβάλλεται τιμωρητική, εσωτερική και εξωτερική, αντιεκπαιδευτική αξιολόγηση σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών η οποία καμία σχέση δεν έχει με τη βελτίωση του διδακτικού έργου. Συγκεκριμένα, προβλέπονται δείκτες με κριτήρια που δεν είναι καν εκ των προτέρων γνωστά αλλά θα καθορίζονται με υπουργική απόφαση, τακτική που, με βάση τη φιλοσοφία που διαπνέει το νομοσχέδιο, θα οδηγήσει στην κατηγοριοποίηση των σχολείων και τη μετατροπή των εκπαιδευτικών σε εξιλαστήρια θύματα των αποτυχημένων πολιτικών στο χώρο της εκπαίδευσης. Η διατύπωση των διατάξεων αποκαλύπτει την επιδίωξη της κυβέρνησης τα σχολεία, σταδιακά, να οδηγηθούν στο κυνήγι επιχορηγήσεων από ιδιώτες μιας και το κράτος ήδη αποσύρεται όλο και περισσότερο από τις υποχρεώσεις του τόσο για την εξασφάλιση σχολικής στέγης όσο και υλικοτεχνικής υποδομής.

θα οδηγηθούμε σε σχολεία πολλών ταχυτήτων, όπως έχει συμβεί και σε άλλες χώρες που εφαρμόστηκαν παρόμοια μοντέλα, όπου τα παιδιά των μη προνομιούχων οικογενειών τυγχάνουν χαμηλότερου επιπέδου εκπαίδευσης. Συγχρόνως, η κατηγοριοποίηση, η οικονομική αυτονομία και η επακόλουθη υποχρηματοδότηση του σχολείου θα οδηγήσει τους γονείς να καλύπτουν από την τσέπη τους τις ανάγκες των παιδιών. Αυτή την εξέλιξη εξυπηρετεί και η εντονότερη εμπλοκή της Τοπικής Διοίκησης και των ιδιωτών στην εκπαιδευτική διαδικασία, όπως προβλέπεται από το πολυνομοσχέδιο

- Επιχειρείται «σχολειοποίηση» του νηπιαγωγείου με κατακερματισμό της γνώσης. Καθιερώνονται διακριτά διδακτικά αντικείμενα, με την εισαγωγή των Αγγλικών σε πρώτη φάση και αργότερα της Φυσικής Αγωγής και της Πληροφορικής. Δε λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες των νηπίων σε μια λογική που κινείται απέναντι στα πορίσματα της ψυχολογίας, στην παιδαγωγική επιστήμη και στην εκπαιδευτική πράξη.

«Μια τέτοια πρόθεση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη φιλοσοφία του Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών του Νηπιαγωγείου, στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης παραβλέποντας βασικές παιδαγωγικές αρχές και τελικά οδηγεί στη σχολειοποίηση του Νηπιαγωγείου, αγνοώντας τις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες των νηπίων 4-6 ετών», όπως έχει τονιστεί και σε κοινό κείμενο της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας και των Προέδρων και Κοσμητόρων των Παιδαγωγικών Τμημάτων των Πανεπιστημίων της χώρας.

- Εισάγονται τα λεγόμενα «Εργαστήρια δεξιοτήτων» τα οποία ουσιαστικά απαξιώνουν τη γενική μόρφωση και επιχειρούν να την υποκαταστήσουν σε σημαντικό βαθμό με «δεξι ότητες», όπως η επιχειρηματικότητα και ο εθελοντισμός. Είναι φανερό πως η κυβέρνη ση έχει πρόθεση να αντιστοιχίσει την εκπαίδευση με τις ανάγκες της αγοράς χωρίς όλα αυτά να σχετίζονται με τις πραγματικές κοινωνικές και μορφωτικές ανάγκες των μαθητών. Η προσπάθεια μετατροπής του σχολείου από κοινότητα μάθησης και γνώσης, που αποτελεί τον πυρήνα της εκπαιδευτικής πράξης, σε μηχανισμό απόκτησης δεξιοτήτων, αλλοιώνει τον χαρακτήρα και τους στόχους της εκπαίδευσης.

- Επανέρχεται η αναγραφή της διαγωγής στα απολυτήρια και του Γυμνασίου και του Λυκείου στο όνομα της πειθαρχίας των μαθητών. Όμως η πρόληψη, η καλλιέργεια της συνεργασίας, το αίσθημα πληρότητας της δημιουργίας, η συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία, η αλληλεγγύη και η αγάπη για τη μάθηση είναι αξίες που οφείλει να καλλι εργήσει το σχολείο στους μαθητές από τα πρώτα σχολικά χρόνια και όχι να έρχεται ως τιμωρός να επιβάλλει ποινές.

- Την ίδια στιγμή συνάδελφοι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί τιμωρούνται με 2 ή και 3 χρόνια εκτός εργασίας, αν για οποιοδήποτε λόγο δεν μπορέσουν να αναλάβουν υπηρεσία. Συνεχίζεται η επιλογή της κάλυψης των εκπαιδευτικών κενών με αναπληρωτές, που αντί να διοριστούν με μόνιμη σχέση, θα συνεχίζουν να περιπλανώνται από περιοχή σε περιοχή μακριά από τον τόπο μόνιμης κατοικίας τους για να στηρίξουν τη Δημόσια Εκπαίδευση. Το Δημόσιο Σχολείο και τα παιδιά μας, χρειάζονται σταθερά πρόσωπα αναφοράς, εκπαιδευτικούς με σταθερή πα ρουσία, που θα βρίσκονται από την πρώτη έως την τελευταία μέρα στο σχολείο, με μόνιμες και σταθερές σχέσεις εργασίας. 


Σταθήκαμε μόνο σε ορισμένες από τις πιο σημαντικές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου. Όσο πιο ενδελεχώς το μελετά κανείς τόσο εδραιώνεται η πεποίθηση πως δεν πρόκειται να επιφέρει καμία αναβάθμιση και καμία πρόοδο στην εκπαίδευση. Διαπνέεται από τη φιλοσοφία της αγοράς και της λειτουργίας ενός σχολείου που έρχεται να ικανοποιήσει και να προσαρμοστεί στις ανάγκες της. Το ζητούμενο όμως είναι το σχολείο να ανταποκρίνεται στην ανάγκη των παιδιών για ολόπλευρη μόρφωση, για κοινωνικοποίηση και για διασφάλιση των ίσων ευκαιριών για όλους τους μαθητές. 
Ένα σχολείο που θα συμβάλλει στην άμβλυνση και όχι στο άνοιγμα της ψαλίδας των κοινωνικών και μαθησιακών ανισοτήτων, θα στηρίζει όλα τα παιδιά και κυρίως όσα προέρχονται από τα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Ένα σχολείο που θα επιβραβεύει και δε θα τιμωρεί, που θα ενθαρρύνει την προσπάθεια και ζει με τα πρώτα αρνητικά αποτελέσματα.

Θα πρέπει να γίνει κοινός τόπος σε όλους μας πως τα σχολεία είναι χώροι μάθησης και κοινωνικοποίησης και ότι στη μαθησιακή διαδικασία υπεισέρχονται πολλές κοινωνικοπολιτικές παράμετροι. Δεν είναι και ούτε θα γίνουν ποτέ επιχειρήσεις, ώστε να μπορεί κανείς εύκολα να έχει μετρήσιμα αποτελέσματα και ούτε οι παιδικές ψυχές μπορούν να αποτιμηθούν με δείκτες και ποσοστά.


Αγαπητοί γονείς,

Με αφορμή την παρουσίαση του «Πολυνομοσχεδίου» που κινείται σε κατεύθυνση αντίθετη από τους στόχους της βελτίωσης του δημόσιου σχολείου, σας καλούμε να ανανεώσουμε τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ μας. Το νομοσχέδιο αυτό δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σχολείου για το οποίο παλεύουμε και θα αγωνιστούμε να μην περάσει. Ήμασταν και θα είμαστε πάντα στην ίδια όχθη, αυτή της προάσπισης και του αγώνα για τη στήριξη και τη βελτίωση της δημόσιας εκπαίδευσης. Αυτό σας ζητούμε και τώρα να κάνουμε από κοινού, να δώσουμε αυτόν τον αγώνα από το ίδιο μετερίζι όπως και στο παρελθόν.

Η εκπαίδευση έχει ανάγκη, στήριξης από την κυβέρνηση με επαρκή χρηματοδότηση, με σύγχρονα και καινούργια κτήρια που να ανταποκρίνονται στις σημερινές εκπαιδευτικές ανάγκες, με τεχνολογικό και κάθε είδους εξοπλισμό, στελεχωμένα με εκπαιδευτικούς που θα έχουν σταθερή σχέση εργασίας και θα επι μορφώνονται περιοδικά με ευθύνη της πολιτείας. Η εκπαίδευση έχει ανάγκη από σύγχρονα προγράμματα σπουδών που θα μορφώνουν τα παιδιά μας, θα αναπτύσσουν την κριτική σκέψη τους και θα τα καθιστούν ικανά να ερμηνεύουν τον κόσμο. 

Αυτά σας καλούμε να διεκδικήσουμε μαζί, δομικά στοιχεία του σχολείου που θέλουμε και ονειρευόμαστε για τα παιδιά μας. Ένα δημόσιο και δωρεάν σχολείο που να χωράει όλα τα. παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις!

Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας